обгорелый - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

обгорелый - translation to γαλλικά


обгорелый      
brûlé
carbonisé      
{ adj } ({ fém } - carbonisée)
обугленный, обгорелый
arsin-bois      
{m, pl}
- обгорелый лес (на корню)

Ορισμός

обгорелый
прил.
1) а) Сильно поврежденный огнем; обгоревший.
б) Опаленный, выжженный солнцем.
2) перен. разг. Получивший сильные ожоги от длительного пребывания на солнце.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για обгорелый
1. Рядом, на пепелище, лежал обгорелый, съежившийся труп.
2. Володя весь обожженный, обгорелый, словно его жарили на костре.
3. Правда, от него остался лишь обгорелый каменный остов первого этажа.
4. - Он когда выбрался, был весь обгорелый, как уголек, на половине головы волос не осталось.
5. К Татьяне, продавщице в продуктовом, привязывается малость обгорелый и полоумный бомж.